Στην ελληνική επικράτεια, ο καφές κάνει την εμφάνισή του κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, καθώς και αυτοί της Βορείου Ελλάδος, είναι οι πρώτοι που υιοθετούν την κατανάλωση του καφέ και τη μετατρέπουν σε αγαπημένη συνήθεια. Με την πάροδο των ετών, ο καφές κερδίζει την αγάπη όλο και περισσότερων Ελλήνων. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, το μονοπώλιο στο άλεσμα και στο καβούρδισμα του καφέ είχαν τα καφενεία και μόλις κοντά στα 1900, εμφανίζονται τα πρώτα καφεκοπτεία. Το 1920, ο ελληνικός καφές χάνει την κυριαρχία του στην ελληνική αγορά αφού τότε, εισάγεται για πρώτη φορά γαλλικός καφές και στη συνέχεια ακολουθούν διάφορα άλλα είδη καφέ, που καταναλώνονται στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε η ICAP: η συνολική εγχώρια αγορά του καφέ, την περίοδο 1993- 2006, παρουσίασε μέση ετήσια αύξηση της τάξης του 1,39%. Το 2006 διαμορφώθηκε στους 26.550 τόνους από 26.500 τόνους το 2005, σημειώνοντας οριακή άνοδο 0,19%. Η κατανάλωση ελληνικού καφέ για την εν λόγω εξεταζόμενη περίοδο εμφάνισε πτωτική πορεία, με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης της τάξης του 0,6%. Το 2006 εκτιμάται ότι καταναλώθηκαν 14.100 τόνοι ελληνικού καφέ. Παρά την πτωτική πορεία του όμως, εξακολουθεί να καλύπτει το 53.1% της συνολικής κατανάλωσης καφέ. Αντίστοιχα είναι και τα στοιχεία για το 2008, όπου ο ελληνικός καφές καλύπτει περίπου, το 50% της ελληνικής αγοράς Ακολουθεί ο καφές φίλτρου/espresso, ο οποίος απέσπασε συνολικά το 26% και έπεται ο στιγμιαίος καφές με μερίδιο της τάξεως του 23%.
Φαίνεται λοιπόν, πως όσο τα χρόνια περνούν, η αγάπη του ελληνικού αγοραστικού κοινού για τον ελληνικό καφέ μειώνεται. Το έδαφος κερδίζουν νέα είδη καφέ και αυτό, κυρίως, γιατί είναι ιδιαίτερα αγαπητά στο νεανικό πληθυσμό. Τα παραδοσιακά καφενεία κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδίας Καφεπωλών Ελλάδος, κάθε χρόνο, 50-80 καφενεία παύουν να λειτουργούν και όσα απομένουν υπολειτουργούν.
Παρ’ όλα αυτά, η θρεπτική αξία του ελληνικού καφέ είναι εξίσου σημαντική με εκείνη των ανταγωνιστών του. Είναι γνωστό, αν και τα ερευνητικά δεδομένα παρουσιάζουν κάποιες αντιφάσεις, ότι η μέτρια κατανάλωση καφέ μπορεί και συνεισφέρει ευεργετικά στον ανθρώπινο οργανισμό. Ο καφές αποτελεί ένα από τα πιο πλούσια ροφήματα σε αντιοξειδωτικά. Έρευνα των Fukushima Y et al, 2009 έδειξε ότι ο καφές, σε σύγκριση με άλλα πλούσια σε πολυφαινόλες ροφήματα, όπως το κρασί και το τσάι, έχει την υψηλότερη περιεκτικότητα. Μία παλιότερη μελέτη σε Νορβηγούς ενήλικες (Svilaas et al, 2004) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο καφές αποτελούσε την κυριότερη πηγή αντιοξειδωτικών. Με κύρια αντιοξειδωτικά: το χλωρογενικό οξύ, το καφεϊκό οξύ και τις μελανοϊδίνες, ο ελληνικός καφές, με το ένα φλιτζανάκι να παρέχει περίπου 150mg, μπορεί να αποτελέσει μία εξαιρετική πηγή αντιοξειδωτικών και να προστατεύσει τον ανθρώπινο οργανισμό από τις ελεύθερες ρίζες.
Η καφεΐνη, ένα από τα πιο αντικρουόμενα συστατικά του καφέ, φαίνεται πως αποτελεί ένα ήπιο διεγερτικό του νευρικού συστήματος και σε μέτριες ποσότητες μπορεί να βελτιώσει τη μνήμη (Koppelstaetter F et al, 2008). Η ανώτερη επιτρεπόμενη ημερήσια πρόσληψη καφεΐνης για του ενήλικες είναι 400mg. Η περιεκτικότητα του ελληνικού καφέ σε καφεΐνη, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος της βρίσκεται στο ίζημα που δημιουργείται κατά την παρασκευή του, είναι περίπου 40mg ανά φλιτζανάκι. Το γεγονός αυτό, δίνει τη δυνατότητα στους λάτρεις του ελληνικού καφέ να μπορούν να τον απολαύσουν αρκετές φορές μέσα στην ημέρα.
Είναι γνωστό επίσης, πως το θερμιδικό περιεχόμενο του καφέ είναι εξαιρετικά χαμηλό. Οι κόκκοι του έχουν πολύ μικρή περιεκτικότητα σε μακροθρεπτικά συστατικά. Κατά τη διάρκεια του καβουρντίσματος, τα συστατικά αυτά μετατρέπονται σε ενώσεις που δεν αποδίδουν ενέργεια. Επιπλέον, πολλά από αυτά βρίσκονται στο ίζημα του ελληνικού καφέ, αποτέλεσμα: το ένα φλιτζανάκι αποδίδει μόνο 1 kcal. Αν κάποιος λοιπόν καταναλώνει ελληνικό καφέ χωρίς την προσθήκη ζάχαρης ή γάλατος δεν επιβαρύνει καθόλου τη θερμιδική του πρόσληψη.
Η περιορισμένη γεωγραφική κατανάλωση του ελληνικού καφέ αποτελεί έναν ιδιαίτερα απαγορευτικό παράγοντα για τη διεξαγωγή μεγάλου αριθμού μελετών. Παρ’ όλα αυτά, τα αποτελέσματα για τις ευεργετικές του επιδράσεις φαίνονται ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Πρόσφατη μελέτη των Chrysohoou et al., 2009, που πραγματοποιήθηκε στην Ικαρία σε 485 υπερτασικούς ηλικιωμένους, φανέρωσε τη θετική επίδραση της μέτριας κατανάλωσης ελληνικού καφέ στην αορτική ελαστικότητα. Επιπλέον, μία παλιότερη ερευνητική προσπάθεια (Panagiotakos et al., 2007), που διεξήχθη σε νησιά της Μεσογείου, συνδέει και αυτή τη μέτρια κατανάλωση καφέ με οφέλη στον ανθρώπινο οργανισμό, αφού βρέθηκε, ότι μειώνει την πιθανότητα εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη.
Συμπερασματικά λοιπόν, αν και τα ερευνητικά δεδομένα είμαι λιγοστά και αναμφισβήτητα απαιτείται περαιτέρω ερευνητική προσπάθεια, φαίνεται, πως οι ευεργετικές επιδράσεις του ελληνικού καφέ είναι πολλαπλές.
Γράφει η Παρασκευή Κουστουράκη, Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, M.Sc.