Το τσιμπολόγημα μεταξύ των γευμάτων και οι μεγάλες μερίδες αποτελούν τους μεγαλύτερους εχθρούς του σωματικού βάρους, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Όπως έδειξε, ο μέσος αριθμός των θερμίδων που καθημερινά προσλαμβάνουν οι κάτοικοι της Δύσης αυξήθηκε κατά σχεδόν 35% τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες – με το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης να αποδίδεται στα κάθε είδους σνακ και στις ολοένα μεγαλύτερες μερίδες.
Μάλιστα οι επιπτώσεις αυτών των δύο παραγόντων αποδεικνύονται πολύ χειρότερες απ’ ό,τι η απομάκρυνση από την μεσογειακή διατροφή και η υιοθέτηση της δυτικής, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Τα ευρήματά αυτά πρακτικά σημαίνουν πως όποιος περιορίσει το πόσο πολύ και το πόσο συχνά τρώει, μπορεί τελικά να χάσει βάρος, γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «PLoS Medicine».
Τα κρούσματα της παχυσαρκίας έχουν αυξηθεί κατακόρυφα στις χώρες της Δύσης από τη δεκαετία του ’70 και μετά. Στις ΗΠΑ όπου διεξήχθη η νέα μελέτη, το ένα τρίτο όλων των ενηλίκων (περισσότερα από 72 εκατομμύρια άνθρωποι) είναι παχύσαρκοι, ενώ άλλοι τόσοι είναι υπέρβαροι.
40 χρόνια έρευνας
Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Βορείου Καρολίνας ανέλυσαν στοιχεία από τέσσερις έρευνες που διεξήχθησαν την δεκαετία του ’70, του 80, του ’90 και την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα.
Όπως έδειξε, η μέση πρόσληψη θερμίδων αυξήθηκε από τις 1.803 θερμίδες την ημέρα σε 2.374. Μόνο την τελευταία δεκαετία, η μέση πρόσληψη θερμίδων αυξήθηκε κατά 229 θερμίδες την ημέρα.
Οι θερμίδες που καταναλώνουμε καθορίζονται από το πόσο παχυντικό είναι ένα τρόφιμο, πόσο μεγάλη μερίδα τρώμε και πόσο συχνά το τρώμε – με τη συχνότητα να εμπεριέχει τον αριθμό των ημερήσιων γευμάτων και των σνακ.
Οι ερευνητές εξήγησαν πως ναι μεν αυξήθηκαν όλοι οι προαναφερθέντες παράγοντες, αλλά οι αυξήσεις στο τσιμπολόγημα (στα σνακ, δηλαδή) και το μέγεθος των μερίδων φαίνεται πως ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης των ημερήσιων θερμίδων.
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως ακόμα κι αν κάνει κανείς λίγα γεύματα μέσα στην ημέρα, είναι καταδικασμένος να παχύνει, εάν τρώει ολοένα μεγαλύτερες μερίδες.
Πηγή: “Τα Νέα” με επιμέλεια της δημοσιογράφου Ρούλας Τσουλέα
Αναδημοσίευση από www.mednutrition.gr